Διάμεσες Πνευμονοπάθειες
Οι διάμεσες πνευμονοπάθειες, επίσης γνωστές ως διάχυτες παρεγχυματικές πνευμονοπάθειες, είναι αποτέλεσμα βλάβης στα κύτταρα που περιβάλλουν τα αεροθυλάκια (κυψελίδες), η οποία προκαλεί εκτεταμένη φλεγμονή και πνευμονική ίνωση.
Ασθένειες
Υπάρχουν περισσότερες από 300 διαφορετικές ασθένειες οι οποίες ταξινομούνται ως διάμεσες πνευμονοπάθειες. Οι περισσότερες είναι πολύ σπάνιες, ωστόσο οι συνηθέστερες διάμεσες πνευμονοπάθειες περιλαμβάνουν:
- Σαρκοείδωση
- Ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση
- Εξωγενής αλλεργική κυψελιδίτιδα (επίσης γνωστή ως πνευμονίτιδα εξ υπερευαισθησίας)
- Διάμεση πνευμονοπάθεια σχετιζόμενη με νόσο του συνδετικού ιστού
- Πνευμονοκονίαση
- Διάμεση πνευμονοπάθεια που προκαλείται από συγκεκριμένα φάρμακα τα οποία χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία άλλων ασθενειών
Κάποιες διάμεσες πνευμονοπάθειες, ιδιαίτερα η σαρκοείδωση, επηρεάζουν επίσης και άλλα όργανα του σώματος. Ειδικοί κατατάσσουν τις διάμεσες πνευμονοπάθειες σε δύο ομάδες: νόσοι με γνωστή αιτία και νόσοι με άγνωστη αιτία και προέλευση.
Συμπτώματα
Οι διάμεσες πνευμονοπάθειες συνήθως εκδηλώνονται σταδιακά. Οι περισσότεροι άνθρωποι με διάμεσες πνευμονοπάθειες νιώθουν δύσπνοια και έχουν μειωμένη ικανότητα άσκησης. Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν επίμονο βήχα που συνήθως είναι ξηρός δηλ. δεν παράγεται φλέμα). Σε προχωρημένο στάδιο της νόσου μπορεί να υπάρχει μπλε ή μοβ αποχρωματισμός ειδικά σε χείλια, χέρια και πόδια (λόγω πολύ χαμηλής ποσότητας οξυγόνου στο αίμα) και πληκτροδακτυλία ή πρήξιμο των δακτύλων.
Αιτίες
Μόνο περίπου μία στις τρεις περιπτώσεις διάμεσης πνευμονοπάθειας έχει γνωστά αίτια. Οι ειδικοί πιστεύουν πως η ανάπτυξη ορισμένων ασθενειών, όπως η σαρκοείδωση, ενδεχομένως να οφείλεται στο συνδυασμό γενετικών παραγόντων, οι οποίοι καθιστούν τους ανθρώπους επιρρεπείς στην ασθένεια, και περιβαλλοντικών παραγόντων. Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν αναγνωριστεί στο 35% των ατόμων με διάμεση πνευμονοπάθεια.
Η πνευμονοκονίαση οφείλεται σε εισπνεόμενες ουσίες στο χώρο εργασίας, οι οποίες προκαλούν εκτεταμένες ουλές και σκλήρυνση (ίνωση) των πνευμόνων. Κλασσικές αιτίες είναι η σκόνη χαλαζία (πυριτίαση), η ανθρακόσκονη (πνευμονοκονίαση ανθρακωρύχων) και ο αμίαντος (αμιαντίαση). Οι ασθένειες αυτές έχουν γίνει λιγότερο συχνές λόγω αλλαγών στις βιομηχανικές πρακτικές.
Η εξωγενής αλλεργική κυψελίτιδα οφείλεται σε αλλεργική αντίδραση σε οποιαδήποτε από τις αρκετές εισπνεόμενες οργανικές ουσίες. Οι πιο συνηθισμένες αιτίες περιλαμβάνουν την έκθεση σε σκόνη από μουχλιασμένο σανό (πνεύμονας αγρότη) ή από περιστέρια ή πτηνά σε κλουβί (πνεύμονας φίλων των πτηνών).
Ορισμένα φάρμακα που λαμβάνονται ως φαρμακευτική αγωγή για άλλες ασθένειες μπορούν και αυτά να προκαλέσουν διάμεση πνευμονοπάθεια. Μεταξύ των πιο συνηθισμένων είναι: η αμιοδαρόνη (χρησιμοποιείται για τη θεραπεία καρδιακών αρρυθμιών), η μπλεομυκίνη (φάρμακο χημειοθεραπείας), η μεθοτρεξάτη (χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της αρθρίτιδας) και η νιτροφουραντοΐνη (χρησιμοποιείται για τη θεραπεία ουρολοιμώξεων).
Πρόληψη
Η πρόληψη διάμεσων πνευμονοπαθειών μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν η αιτία είναι γνωστή. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η αποφυγή της έκθεσης στο σχετικό περιβαλλοντικό παράγοντα κινδύνου είναι η καλύτερη προληπτική μέθοδος.
Διάγνωση και θεραπεία
Οι βασικές έρευνες περιλαμβάνουν απεικόνιση των πνευμόνων με ακτινογραφία θώρακα και αξονική τομογραφία (CT).
Οι εξετάσεις πνευμονικής λειτουργίας και τα επίπεδα οξυγόνου στο αίμα είναι και αυτά σημαντικά για τη διάγνωση και παρακολούθηση της προόδου της διάμεσης πνευμονοπάθειας.
Μια χειρουργική βιοψία πνεύμονα, όπου λαμβάνονται και εξετάζονται δείγματα πνευμονικού ιστού, διενεργείται μερικές φορές για επακριβή διάγνωση της διάμεσης πνευμονοπάθειας, ωστόσο η χρήση της έχει μειωθεί καθώς έχει βελτιωθεί η ποιότητα της αξονικής τομογραφίας.
Η θεραπεία της διάμεσης πνευμονοπάθειας περιλαμβάνει αντιφλεγμονώδη (π.χ. στεροειδή) και φάρμακα κατά της έντονης επουλωτικής διαδικασίας του οργανισμού. Τα φάρμακα αυτά είναι πιο πιθανό να είναι αποτελεσματικά στη σαρκοείδωση, στην εξωγενή αλλεργική κυψελιδίτιδα και κάποιες σπάνιες ILD, ωστόσο, συχνά έχουν μικρή επίδραση σε άλλες ασθένειες, όπως η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση. Μετέπειτα στην πορεία της νόσου, ενδέχεται να απαιτηθούν προγράμματα αποκατάστασης οξυγόνου και πνευμονικής λειτουργίας. Παρά τη θεραπεία, κάποιες μορφές διάμεσης πνευμονοπάθειας επιδεινώνονται προοδευτικά και ενδέχεται να απαιτείται μεταμόσχευση πνεύμονα.
Οι χρόνοι επιβίωσης για διάφορες ασθένειες ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό. Έρευνα έχει δείξει ότι σε 5 χρόνια μετά την πρώτη διάγνωση, το 20% των ατόμων με ιδιοπαθή πνευμονική ίνωση είναι ακόμα ζωντανοί, ενώ το 80-100% των ατόμων με κάποιες μορφές πνευμονίτιδας εξ υπερευαισθησίας ή σαρκοείδωση είναι ακόμα ζωντανοί.